Χρειάζεται να αιτιολογείται ειδικά η τροποποίηση του Συντάγματος;
Άρθρο του Δρ. Αχιλλέως Κ. Αιμιλιανίδη που δημοσιεύτηκε στο portal νομικής ενημέρωσης dikaiosyni.com
Έχω επανειλημμένα διαπιστώσει μια παρερμηνεία μεταξύ δικηγόρων, αλλά και δικαστών ως προς τον τρόπο εφαρμογής του δικαίου της ανάγκης. Η τροποποίηση του Συντάγματος δυνάμει του δικαίου της ανάγκης δεν προϋποθέτει όπως η Βουλή των Αντιπροσώπων αιτιολογήσει πως υπάρχει συγκεκριμένη ανάγκη για τροποποίηση της συγκεκριμένης διάταξης του Συντάγματος: η αιτιολόγηση αφορά αποκλειστικά την ύπαρξη της ανάγκης σε γενικότερο επίπεδο, ήτοι ότι συνεχίζει να υφίσταται σε γενικό επίπεδο η κατάσταση που δημιουργήθηκε μετά το 1964 και επιδεινώθηκε μετά το 1974. Η αιτιολόγηση συγκεκριμένης ανάγκης, όπως καθορίστηκε στις αρχές της Ibrahim, αφορά αποκλειστικά στην παρέκκλιση από θεμελιώδεις διατάξεις και όχι στην τροποποίηση μη θεμελιωδών άρθρων που συνιστά συνήθη άσκηση της δικαιοδοσίας της Βουλής. Όπως δηλαδή η Βουλή δεν χρειάζεται να αιτιολογήσει ειδικά γιατί ψηφίζει ένα τυπικό νόμο, δεν χρειάζεται να αιτιολογήσει ειδικά και γιατί ψηφίζει νόμο τροποποιητικό του Συντάγματος.
Στην απόφαση της πλειοψηφίας στην Κουλουντή κ.α. v. Βουλής των Αντιπροσώπων [1997] 1 ΑΑΔ 1026 (επικυρώνοντας την εκ του αποτελέσματος πλειοψηφούσα γνώμη στη Νικολάου v. Nικολάου [1992] 1 ΑΑΔ 1338), η Πλήρης Ολομέλεια ενεργώντας ως Εκλογοδικείο επισήμανε ορθά ότι:
«Με την επίκληση του δικαίου της ανάγκης απλώς αναστέλλεται το μέρος του Άρθρου 182.3, που αναφέρεται στην προϋπόθεση ψήφισης της τροποποίησης του Συντάγματος από τα δύο τρίτα των Τουρκοκυπρίων βουλευτών. Έτσι εν όψει του γεγονότος της συνέχισης της ίδιας κατάστασης, η Βουλή έχει το δικαίωμα να προβαίνει σε τροποποίηση του Συντάγματος, ασκώντας την αναθεωρητική της λειτουργία, νοουμένου πάντα ότι θα εξασφαλίζεται η πλειοψηφία των δύο τρίτων των εκλεγέντων βουλευτών. Είναι γι' αυτό το λόγο που δεν είναι αναγκαίος ο έλεγχος της αναγκαιότητας ψήφισης του κάθε συγκεκριμένου νομοθετήματος.»
Οι καθιερωμένες αρχές επαναλήφθηκαν και πρόσφατα στην Χαραλαμπίδης κ.α. v. Δημοκρατίας, ημερ. 4.4.18. Παρενθετικά, η αρχή αυτή δεν ανατράπηκε από την πρόσφατη απόφαση του εκλογοδικείου για την 56η έδρα, της οποίας το αντικείμενο ήταν εντελώς διαφορετικό (παρεμπιπτόντως, η πρότασή μου είναι όπως την απόφαση για την 56η έδρα την αντιμετωπίζουμε εφεξής με τον ίδιο τρόπο όπως το Rocky 5 και το φινάλε του How I met your mother: με το να προσποιούμαστε ως να μη συνέβη ποτέ).
Συνεπώς, η Βουλή δεν απαιτείται να αιτιολογεί ειδικά την τροποποίηση του Συντάγματος, πέραν της γενικής αιτιολόγησης ότι η αρχή της ανάγκης δικαιολογεί την τροποποίηση χωρίς τη συμμετοχή Τουρκοκυπρίων βουλευτών (που έτσι κι αλλιώς ισχύει για την ψήφιση κάθε νόμου). Ως θέμα καλής πρακτικής πάντως, η αιτιολόγηση μιας συνταγματικής τροποποίησης είναι καθ’ όλα σκόπιμη, ακόμα και αν δεν είναι συνταγματικά αναγκαία.