Σχολιασμός της υπόθεσης ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΙΔΟΥ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ.166.2021, 09.08.2021

Άρθρο της Ειρήνης Μιχαήλ που δημοσιεύτηκε στο portal νομικής ενημέρωσης dikaiosyni.com

Ως έχει αναφερθεί από τον Sir Thomas Bingham MR στην υπόθεση Re D and Another (minors) (1993) 2 All E.R. 693 «Είναι πασίγνωστο πως όταν καταρρεύσει ο γάμος στα θύματα συγκαταλέγονται όχι μόνο οι σύζυγοι, αλλά, και πρωτίστως, τα παιδιά τους, που στροβιλίζονται στη δίνη των πληγωμένων συναισθημάτων των γονέων τους, με κόστος πολλή δυστυχία και, όχι σπάνια, διαρκή ψυχολογική ζημιά. Είναι, επίσης, πασίγνωστο πως, όταν ο γάμος καταρρεύσει και ανακύπτουν προβλήματα που αφορούν τα παιδιά, η επίλυση των προβλημάτων αυτών μέσω της συνήθους δικαστικής αντιπαράθεσης, οδηγεί σε εξογκωμένες αλληλοκατηγορίες με αποτέλεσμα την παρόξυνση των συναισθημάτων και επίταση της έντασης». Είναι άλλωστε γνωστό ότι ως τίθεται στη νομοθεσία καθώς επίσης και στην πλούσια νομολογία του Ανώτατου Δικαστηρίου, ύψιστη αρχή στην έκδοση διαταγμάτων από τα Οικογενειακά Δικαστήρια είναι η ευημερία και το συμφέρον του ανήλικου. Χαρακτηριστική αποτελεί η αυθεντία στην υπόθεση Κκουφού ν. Κκουφού (1997) 1 (Γ) ΑΑΔ 1588, όπου το Ανώτατο Δικαστήριο τόνισε ότι «Η διαμόρφωση κρίσης πάνω σε θέματα γονικής μέριμνας είναι έργο λεπτό και σύνθετο. Δεν είναι εγχείρημα που στοχεύει στην απόδοση ευθυνών ή στην επιβολή κύρωσης για μεμπτή συμπεριφορά. Γνώμοναςείναιτοσυμφέροντουανηλίκουκαικατάτηνεκτίμησήτου, προσλαμβάνει σημασία το σύνολο των στοιχείων».

Έχοντας θέσει τα ανωτέρω ενδιαφέρουσα είναι η προσέγγιση του Πρωτόδικου Δικαστηρίου, η οποία αποτέλεσε την αιτία για καταχώρηση αίτησης για άδεια για την έκδοση εντάλματος Certiorari (ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΙΔΟΥ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 166/2021, 9/8/2021). Επιβάλλεται να δοθεί δέουσα σημασία προς κατανόηση του σκεπτικού του Πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς την κατάληξη του, στα γεγονότα της υπόθεσης τα οποία είναι εν τάχει τα εξής: Αρχικά καταχωρήθηκε από την μητέρα την 22/6/2017, αίτηση γονικής μέριμνας ενώπιον του Οικογενειακού Δικαστηρίου δια της οποίας η αίτητρια αιτείτο τη ρύθμιση της φύλαξης και επιμέλειας του ανήλικου τέκνου της. Στα πλαίσια της ως άνω αίτησης εκδόθηκε προσωρινό διάταγμα στο οποίο εκ συμφώνου καθοριζόταν ως τόπος διαμονής του ανηλίκου, ο τόπος διαμονής του πατέρα και ρυθμιζόταν το δικαίωμα επικοινωνίας της αιτήτριας. Εν συνεχεία, η κυρίως αίτηση, ενόψει κάποιων γεγονότων που μεσολάβησαν, αποσύρθηκε με επιφύλαξη. Η απόσυρση της κυρίως αίτησης οδήγησε ως αναμενόταν σε παύση και/ή ακύρωση του εν ισχύ προσωρινού διατάγματος, το οποίο είχε εκδοθεί στα πλαίσια της πιο πάνω διαδικασίας.

Ως εκ τούτου, καταχωρήθηκε νέα Αίτηση Γονικής Μέριμνας στις 17.6.2021 στα πλαίσια της οποίας καταχωρήθηκε νέα μονομερής αίτηση, με το ίδιο αιτητικό όπως η εναρκτήρια Αίτηση, η οποία ορίστηκε στις 22.6.2021. Κατά την πρώτη εμφάνιση στην μονομερή αίτηση, το Δικαστήριο απέρριψε την μονομέρη αίτηση αναφέροντας ότι θα εκδικάσει την εναρκτήρια αίτηση σύντομα.

Ειδικότερα, όσον αφορά την απόφαση του Δικαστηρίου ημερομηνίας 22/6/2021, το Δικαστήριο ανέφερε ότι «Το Δικαστήριο έχοντας εξουσία για έκδοση οδηγιών προς το συμφέρον της δικαιοσύνης επιταχύνοντας την ενώπιον του διαδικασία μπορεί να επιληφθεί ενωρίτερα της εναρκτήριας αίτησης ώστε να μην τεμαχιστεί η διαδικασία με την ενδιάμεση αίτηση, Δημοσθένους ν. Δημοσθένους, ‘Εφεση 21/2019 ημερ.29.6.2020, Κ8 ΔΚ 2/1990, Κανονισμός του περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Διαδικαστικού Κανονισμού του 1990 για έκδοση των αναγκαίων οδηγιών προς το συμφέρον της δικαιοσύνης επιταχύνοντας την ενώπιον τους διαδικασία. Η υπόθεση Δημοσθένους ν. Δημοσθένους (ανωτέρω) επαναλήφθηκε και στην υπόθεση Κωνσταντίνου ν. Διευθύντριας Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, Έφεση 10/20 ημερομηνίας 15.10.20.Ακολούθως εκδόθηκε Δικαστικός Κανονισμός Πρακτικής από το Ανώτατο Δικαστήριο ημερομηνίας 16.12.2020. Περαιτέρω επισημαίνω:

1. Η εναρκτήρια αίτηση της αιτήτριας 306/17 αποσύρθηκε από το δικηγόρο της για να καταχωριστεί άλλη αίτηση λόγω αλλαγής των πραγματικών γεγονότων.

2. Με την εξεταζόμενη μονομερή αίτηση ζητείται εκτεταμένη ρύθμιση, αντικείμενο που θα αποτελέσει θέμα στην εναρκτήρια αίτηση.

3. Με το αίτημα Β ζητείται διάταγμα το οποία η αιτήτρια ζητούσε με ενδιάμεση αίτηση στην αίτηση 306/17, η οποία απορρίφθηκε από το Δικαστήριο μετά από ακρόαση……..»

Ενόψει των ανωτέρω, καταχωρήθηκε νέα μονομερής αίτηση δια της οποίας η Αιτήτρια αιτείτο τη ρύθμιση του δικαιώματος επικοινωνίας της με το παιδί της καθότι ο σύζυγος της κατακρατούσε το ανήλικο και παρεμπόδιζε την προσωπική επικοινωνία της μαζί του. Το Δικαστήριο απέρριψε την ενδιάμεση αίτηση παραπέμποντας στην απόφαση του ημερ. 22.6.2021, αναφέροντας ότι αυτή είναι καταχρηστική.

Επιχειρώντας μια πιο διεισδυτική ματιά στην προσέγγιση του Πρωτόδικου Δικαστηρίου, καθίσταται επάναγκες να μελετήσει κάνεις την απόφαση στην υπόθεση Δημοσθένους ν. Δημοσθένους, Έφ. ΔΟΔ Αρ. 21/2019, ημερ. 29.6.2020, στην οποία το Δικαστήριο παραπέμπει προς αιτιολόγηση της απόφασης του. Το Ανώτατο Δικαστήριο, στο σώμα της απόφασης του τονίζει ότι «είναι ανεπίτρεπτο τέτοιες διαδικασίες (εκεί επρόκειτο για διατροφή) να τεμαχίζονται, να γίνονται εφέσεις επί των ενδιαμέσων αποφάσεων και να μην εκδικάζονται οι καθαυτό αιτήσεις. Στην ίδια υπόθεση διατυπώθηκε προτροπή και ενθάρρυνση προς τα Οικογενειακά Δικαστήρια να χρησιμοποιούν το δικαίωμα που τους παρέχει ο Κανονισμός 8 του περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Διαδικαστικού Κανονισμού του 1990, για έκδοση των αναγκαίων οδηγιών προς το συμφέρον της δικαιοσύνης επιταχύνοντας την ενώπιον τους διαδικασία. Διαφορετικά, με τέτοιες πρακτικές και γενικευμένες, δυστυχώς νοοτροπίες, η ουσιαστική κρίση παραπέμπεται στις ελληνικές καλένδες με τα μέρη να θεωρούν, όπως η αντίληψη του εφεσείοντα, ότι θα μπορούσε το ενδιάμεσο αυτό στάδιο και μάλιστα σε εφετειακό βαθμό, να προσφέρεται για την επίλυση των ζητημάτων ουσίας.»

 

Επί της ουσίας, δια της ως άνω υπόθεσης, το Ανώτατο Δικαστήριο ενθαρρύνει τα Δικαστήρια δια της ορθής παροχής οδηγιών και/ή ρύθμισης της διαδικασίας, να επικεντρώνονται στην επίλυση των ζητημάτων της ουσίας της υπόθεσης, ούτως ώστε να μην μετατρέπεται σε αυτοσκοπό η έκδοση ενδιάμεσων διαταγμάτων. Ωστόσο, η ταχεία εκδίκαση των υποθέσεων, δεν εξαρτάται αποκλειστικά από τα Δικαστήρια αλλά και από τη συνεργασία των αρμόδιων υπηρεσιών ήτοι του Γραφείου Ευημερίας. Με βάση τα ανωτέρω, αναντίρρητα καθίσταται άκρως σημαντική η συμβολή του Γραφείου Ευημερίας ως προς την ετοιμασία και κατάθεση εκθέσεων ενώπιον του Δικαστηρίου το ταχύτερο δυνατό. Σημειώνεται δη ότι, ως γνωστό και οι διαδικασίες οι οποίες ακολουθούνται στο Οικογενειακό Δικαστήριο, ήτοι οι θεσμοί πολιτικής δικονομίας, δεν αφήνουν περιθώρια ταχείας εκδίκασης της ουσίας των υποθέσεων γονικής μέριμνας, οι οποίες ακόμη κι αν κληθεί ο αρμόδιος λειτουργός πριν το κλείσιμο των δικογράφων, η ουσία της υπόθεσης δύναται να εκδικαστεί προσεγγιστικά περί τα 3 έτη.

Καταληκτικά, σε ποιο βαθμό θα μπορούσε κάποιος να καταλήξει ως προς την ορθότητα ή όχι της ως άνω προσέγγισης του Πρωτόδικου Δικαστηρίου εναπόκειται στην νομική προσέγγιση και κρίση του καθενός. Ωστόσο, θα μπορούσε εύλογα να διερωτηθεί κανείς, κατά πόσον η ως άνω προσέγγιση εξυπηρετεί το συμφέρον του ανηλίκου. Συγκεκριμενοποιώντας, σε περίπτωση που τίθενται προσκόμματα στην επικοινωνία του ανήλικου με τον γονέα με τον οποίο δεν διαμένει το ανήλικο (ως είχε αναφερθεί στην υπόθεση ανωτέρω), αφήνεται εκτεθειμένος ο επηρεαζόμενος γονέας, ο οποίος δεν θα έχει επικοινωνία με το ανήλικο τέκνο του μέχρι την εκδίκαση της εναρκτήριας αίτησης. Ως εκ τούτου, κατά το ως άνω διάστημα, όπου ο επηρεαζόμενος γονέας αποστερείται το δικαίωμα επικοινωνίας του με το ανήλικο τέκνο του, επέρχεται ρήξη της σχέσης του παιδιού με τον επηρεαζόμενο γονέα, η οποία δύναται σε πολλές περιπτώσεις να αποδοθεί σε συνειδητή προσπάθεια του άλλου γονέα να αποξενώσει το ανήλικο. Ας μην λησμονούμε άλλωστε ότι όταν οι γονείς τελούν σε διάσταση και/ή αντιμετωπίζουν ένα συγκρουσιακό χωρισμό, στις πλείστες των περιπτώσεων, επιδιώκουν την διατάραξη και/ή διακοπή της σχέσης και/ή επικοινωνίας του παιδιού με τον άλλο γονέα. Σύμφωνα με τον Gardner, όποιος ανέλυσε το «Σύνδρομο Γονικής Αποξένωσης», ανέφερε μεταξύ άλλων ότι «ο γονέας που έχει την επιμέλεια του παιδιού, εκμεταλλευόμενος τη σχέση συναισθηματικής εξάρτησης του παιδιού με τον ίδιο, κάνει ενός είδους πλύση εγκεφάλου στο παιδί, ελέγχοντας και υπονομεύοντας τη σχέση του με τον άλλον γονέα, σε σημείο που το παιδί να μην επιθυμεί πλέον να έχει την παραμικρή επαφή μαζί του».

Δεδομένων των ανωτέρω, διαφαίνεται ότι η παροχή ενδιάμεσης θεραπείας, η οποία ζητείται και στο πλαίσιο της εναρκτήριας διαδικασίας καθίσταται αναπόφευκτη. Εξάλλου, σύμφωνα με τη νομολογία του Ανώτατου Δικαστηρίου, η χορήγηση προσωρινού διατάγματος ίδιου με την ουσία της αγωγής δεν αποκλείεται γιατί τα προσωρινά διατάγματα είναι μόνο προσωρινής φύσεως (Starport Nominees Ltd (2010) 1 Α.Α.Δ. 1271.

Περαιτέρω, σύμφωνα πάλι με τη νομολογία του Ανώτατου Δικαστηρίου, δεν υπάρχει άκαμπτος κανόνας αποκλεισμού της ενδιάμεσης θεραπείας, αν αυτή ορθά και δικαίως ζητείται, επειδή και η αγωγή ουσιαστικά επιδιώκει το ίδιο πράγμα (Avila Management Services Ltd n. Stepanek κ.ά. (2012) 1 Α.Α.Δ. 1403.)

Send a direct message

This form collects your personal details and contact info so that we can provide the services you have requested from us. Read our Privacy Policy to understand how we protect and manage your submitted data.