Είναι συνταγματικά επιτρεπτό να καταψηφίσει η Βουλή τον προϋπολογισμό;
Άρθρο του Δρ. Αχιλλέως Κ. Αιμιλιανίδη που δημοσιεύτηκε στο portal νομικής ενημέρωσης dikaiosyni.com
Ο Πρόεδρος του ΔΗΚΟ Νικόλας Παπαδόπουλος έχει καταστήσει σαφές ότι ενόσω η κυβέρνηση αρνείται να επιτρέψει τον έλεγχο στο Γενικό Ελεγκτή, το ΔΗΚΟ θα καταψηφίσει τον προϋπολογισμό. Το θέμα ήδη απασχολεί έντονα, με δεδομένο ότι η έγκριση του κρατικού προϋπολογισμού γινόταν κατά κανόνα με την έγκριση του ΔΗΚΟ και χωρίς τη στήριξη αυτή είναι αμφίβολο αν η κυβέρνηση μπορεί να εξασφαλίσει κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Το ζήτημα είχε απασχολήσει στο παρελθόν τον πρώην Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας Κρίτωνα Τορναρίτη, ο οποίος γνωμάτευσε στις 30.1.1982 επί κυβέρνησης Σπύρου Κυπριανού ότι ενώ στην κοινοβουλευτική δημοκρατία η άρνηση ψήφου του προϋπολογισμού μπορεί να αποτελεί μέσο για εξαναγκασμό της κυβέρνησης να παραιτηθεί, αυτό δεν μπορεί να συμβαίνει στην προεδρική δημοκρατία, όπου η εκτελεστική εξουσία είναι ανεξάρτητη από τη νομοθετική εξουσία. Ο Τορναρίτης τόνιζε πως η μη ψήφιση του προϋπολογισμού ώστε να ασκηθεί πίεση επί της εκτελεστικής εξουσίας δεν φαινόταν να συνάδει με την καλή πίστη που είναι αναγκαία για την άσκηση των συνταγματικών εξουσιών της Βουλής των Αντιπροσώπων, εφόσον ρόλος της είναι ο έλεγχος των δαπανών μέσω της ψήφισης του προϋπολογισμού και όχι η άσκηση πίεσης επί της εκτελεστικής εξουσίας για άλλους σκοπούς. Ο Τορναρίτης διευκρίνιζε περαιτέρω πως η Βουλή είχε δικαίωμα να μην εγκρίνει δαπάνες του προϋπολογισμού, αλλά όχι να αρνηθεί να ψηφίσει το σύνολο του προϋπολογισμού για σκοπούς αλλότριους από εκείνους που προβλέπει το Σύνταγμα. Θέση του ήταν πως σε παρόμοια αντισυνταγματική ενέργεια της Βουλής να καταψηφίσει τον προϋπολογισμό, η εκτελεστική εξουσία ενδεχομένως θα μπορούσε να επικαλεστεί το δίκαιο της ανάγκης. Αυτό άλλωστε είχε πράξει μετά την μη ψήφιση φορολογικών νόμων ο Μακάριος το 1961 με τη συμβουλή του Τορναρίτη και κατ’ επίκληση της αρχής salus populi suprema lex esto.
Η γνωμάτευση Τορναρίτη, (την οποία δημοσίευσαν πρόσφατα και οι Κ. Κόμπος και Α. Κωνσταντινίδης στο βιβλίο Κρίτων Τορναρίτης. Επιλεγμένες Γνωματεύσεις Συνταγματικού Δικαίου, Αθήνα: Νομική Βιβλιοθήκη, 2019) μπορεί να βρεθεί αυτούσια ΕΔΩ.
Στο Σύνταγμα δεν αναφέρεται πάντως οπουδήποτε υποχρέωση της Βουλής των Αντιπροσώπων να ψηφίσει τον προϋπολογισμό. Δεν είναι πλέον ακριβής εξάλλου η αναφορά πως σε καθεστώς προεδρικής δημοκρατίας είναι αδιανόητο να καταψηφιστεί ο προϋπολογισμός. Ο Τορναρίτης αναφερόταν στο νομικό καθεστώς ως το γνώριζε όταν έγραφε την γνωμάτευση Στις ΗΠΑ όμως, που είναι το πλέον εμβληματικό παράδειγμα προεδρικής δημοκρατίας, υιοθετήθηκε μετά από γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα Benjamin Civiletti το λεγόμενο government shutdown (κυβερνητικό λουκέτο) το οποίο υιοθετείται πάντοτε από τη δεκαετία του 1990 και εντεύθεν. Όλοι θυμόμαστε το πρόσφατο shutdown των 35 ημερών κατά τη διακυβέρνηση Τραμπ (2018-2019) που ήταν το μακρύτερο σε διάρκεια στην ιστορία των ΗΠΑ και που οφειλόταν στην άρνηση να εγκριθεί η χρηματοδότηση του τείχους στα σύνορα ΗΠΑ-Μεξικού. Επί διακυβέρνησης Ομπάμα υπήρξε λουκέτο 16 ημερών για το νόμο περί ιατρικής περίθαλψης, ενώ επί Κλίντον λουκέτο 21 ημερών.
Προφανώς όμως ο Τορναρίτης έχει δίκαιο πως το κράτος δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς προϋπολογισμό και ότι σε συστήματα προεδρικής δημοκρατίας δεν είναι εύλογο να χρησιμοποιείται η καταψήφιση του προϋπολογισμού ως μέσο άσκησης πίεσης προς την κυβέρνηση για άλλα ζητήματα. Και ο Τορναρίτης έχει επίσης δίκαιο όταν υπονοεί πως οι διαμάχες για το Σύνταγμα δεν επιλύονται κατ’ ανάγκη (ακόμα και ως τελική επιλογή) στα δικαστήρια. Υπάρχει συχνά μια δικαστηριοποίηση της κυπριακής νομικής και πολιτικής σκέψης που εμποδίζει την κατανόηση του Συντάγματος ως ζωντανού οργανισμού, για τον οποίο ευθύνη έχουν όλες οι εξουσίες στο μέτρο που τους αναλογεί. Ο νυν Γενικός Εισαγγελέας δήλωσε πρόσφατα πως είναι θεματοφύλακας του Συντάγματος και αυτό είναι ορθό, αλλά θεματοφύλακες του Συντάγματος είναι και οι υπόλοιπες εξουσίες, εκτελεστική, νομοθετική, δικαστική, στο πεδίο η καθεμιά των αρμοδιοτήτων της και ο υπέρτατος θεματοφύλακας είναι βέβαια το σημαντικότερο όργανο της Κυπριακής Δημοκρατίας που είναι το εκλογικό σώμα, δηλαδή ο λαός. Το να κρίνει ένα δικαστήριο πως κάποια ενέργεια είναι ή όχι αντίθετη με το Σύνταγμα δεν εξαντλεί βέβαια την ανάγκη ερμηνείας που να είναι σύμφωνη με το Σύνταγμα. Συχνότερα υπάρχουν πολλαπλές επιλογές που όλες είναι σύμφωνες με το Σύνταγμα, αλλά το πνεύμα του Συντάγματος υποστηρίζει μια ερμηνευτική επιλογή περισσότερο από τις άλλες και ανεξαρτήτως δικαστικών συγκρούσεων (που δεν είναι το μείζον προκειμένου περί ερμηνείας του Συντάγματος) καμιά εξουσία δεν πρέπει να καταχράται τις εξουσίες αυτής ή να ενεργεί κακόπιστα.
Εν προκειμένω στο κύριο θέμα που εγείρει ο Πρόεδρος του ΔΗΚΟ έχει κατά βάση δίκαιο. Έχοντας μελετήσει τη δημόσια αντιπαράθεση και ανεξαρτήτως της ουσίας της υπόθεσης, δεν θεωρώ πως υπάρχει κάποιος συνταγματικά αποχρών λόγος γιατί να αποστερείται από τον Γενικό Ελεγκτή το δικαίωμα ελέγχου της συγκεκριμένης υπόθεσης. Κατά συνέπεια θεωρώ πως η συνταγματική υποχρέωση βαραίνει εν προκειμένω εξίσου την κυβέρνηση να ενεργήσει με καλή πίστη και με σεβασμό των συνταγματικών αρμοδιοτήτων όλων των εμπλεκομένων προσώπων. Ανεξαρτήτως επομένως του ερωτήματος κατά πόσο η Βουλή των Αντιπροσώπων θα ενεργούσε αντισυνταγματικά αν καταψήφιζε τον προϋπολογισμό για αλλότριους σκοπούς (που η δική μου απάντηση είναι πως θα βρισκόταν στα όρια της συνταγματικής ερμηνείας, αλλά όχι σε αντίθεση με το Σύνταγμα), θεωρώ πως το πνεύμα του Συντάγματος όντως καθοδηγεί την κυβέρνηση και τη Βουλή των Αντιπροσώπων όπως αμοιβαία εξαντλήσουν όλα τα δυνατά περιθώρια με καλή πίστη, ώστε να επιτευχθεί λύση προς το συμφέρον αυτού που ονομάζουμε κυπριακή πολιτεία. Και το ίδιο καθοδηγεί και τους ανεξάρτητους αξιωματούχους. Ιδιαίτερα σε μια περίοδο που τα όρια των αντοχών των δημοκρατικών πολιτειών παγκοσμίως δοκιμάζονται λόγω της υγειονομικής κρίσης.