Η υπεράσπιση της φρενοπάθειας στην Κύπρο και η επανένταξη των ψυχικά ασθενών δραστών
Ο Ντάνιελ Μακ Νάτεν ήταν ένας σκωτσέζος ξυλουργός, ο οποίος τον Ιανουάριο του 1843 πυροβόλησε και σκότωσε τον Έντουαρντ Ντρουμοντ προσωπικό γραμματέα του πρωθυπουργού της Αγγλίας. Στο Δικαστήριο τότε παρουσιάστηκε ιατρική μαρτυρία ψυχιάτρου, η οποία διαβεβαίωνε ότι οι ψευδαισθήσεις του κατά την διάρκεια του αδικήματος του χαλιναγωγούσαν τις ενέργειες του. Ο Μακ Νάτεν αθωώθηκε λόγω φρενοπάθειας και αυτό είχε ως αποτέλεσμα να ξεσηκωθεί η βρετανική κοινή γνώμη και επίσημα μέσω της βασιλίσσης Βικτώριας, η οποία εξέφραζε σε επιστολή της σφοδρά παράπονα. Το House of Lords ασκώντας μια αρχαία του εξουσία υπέβαλε πέντε ερωτήματα στους τότε Δικαστές του Court of Common Pleas. Οι απαντήσεις των εν λόγω δικαστών σε αυτές τις πέντε ερωτήσεις έμειναν γνωστές ως οι M’ Naghten Rules, οι οποίοι μέχρι σήμερα αποτελούν τις αρχές της υπεράσπισης της φρενοπάθειεας.
Στην Κύπρο το άρθρο 11 του Ποινικού Κώδικα Κεφάλαιο 154 δημιουργεί μαχητό τεκμήριο εχεφροσύνης το οποίο μπορεί να ανατραπεί αν αποδειχθεί η υπεράσπιση της φρενοπάθειας που το άρθρο 12 του Ποινικού Κώδικα εγκαθιδρύει. Δηλαδή αν αποδειχθεί ότι ένεκα οποιασδήποτε ασθένειας που επηρεάζει τις φρένες του Κατηγορούμενου, αυτός στερείται της ικανότητας να αντιληφθεί τι διαπράττει ή να γνωρίζει ότι όφειλε να απέχει από τη διενέργεια της πράξης ή παράλειψης.
Αν η υπεράσπιση πετύχει, τότε το Δικαστήριο αποφασίζει ότι ο κατηγορούμενος έχει τελέσει την πράξη που συνιστά το αδίκημα, αλλά αθωώνεται λόγω ψυχικής διαταραχής και ακολούθως εκδίδει διάταγμα για κράτηση του σε κρατικό ψυχιατρικό κέντρο σύνηθες ή ασφαλούς κράτησης για τη νοσηλεία ψυχικά ασθενών προσώπων ανάλογα με την κατάσταση του κατηγορουμένου.
Η εν λόγω υπεράσπιση είναι εκ των εξαιρέσεων, όπου το βάρος απόδειξης μετατίθεται στον Κατηγορούμενο, ώστε ο ίδιος να αποδείξει την φρενοπάθεια του κατά την διάπραξη του αδικήματος. Το επίπεδο απόδειξης δεν παραμένει όμως αυτό του πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας, όπως η Κατηγορούσα Αρχή έχει καθήκον να αποδείξει την υπόθεση της, αλλά αρκεί η απλή πιθανολόγηση. Και αν πιθανολογηθεί δηλαδή ότι ο Κατηγορούμενος δεν είχε ικανότητα να αντιληφθεί ότι αυτό που διέπραττε ήταν κολάσιμο, ή να γνωρίζει ότι όφειλε να απέχει από αυτό, ένεκα ασθένειας, η υπεράσπιση του Άρθρου 12 επιτυγχάνει.
Ο κατηγορούμενος κρίνεται στη βάση της εικόνας η οποία σχηματίζεται στο δικό του μυαλό για τα γεγονότα, δηλαδή στην ουσία στη βάση της ψευδαίσθησης ως προς αυτά (delusion). Για αυτό στην περίπτωση κατά την οποίαν φονεύει κάποιον πιστεύοντας απατηλώς ότι υπεραμύνετο της δικής του ζωής θα αθωωθεί, ενώ αν το έπραξε επειδή έχει θιγεί για κάτι προσβλητικό που άκουσε, δηλαδή εκδικητικά, τότε θα καταδικαστεί.
Στην Κύπρο κλασσική είναι η υπόθεση HjiSolomou, όπου ο Κατηγορούμενος όντας σε κατάσταση φρενοπάθειας, έβλεπε τον γείτονα του ως προδότη ο οποίος απειλούσε έμπρακτα να τον σκοτώσει. Αφού σκότωσε τον γείτονα του και καταδικάστηκε για φόνο εκ προ μελέτης, κατ’ έφεση η υπεράσπιση της φρενοπάθειας τελεσφόρησε, αφού όπως και το Ανώτατο Δικαστήριο διάγνωσε, ο Κατηγορούμενος δεν αντιλαμβανόταν ότι δεν σκότωνε ένα θανάσιμο εχθρό. Σχετική είναι και η πρόσφατη απόφαση του Κακουργιοδικείου Λευκωσίας Δημοκρατία ν. Αγγέλου Καλογήρου.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι ψυχωσικές διαταραχές που δημιουργούνται από την πρόθεση με χρήση ναρκωτικών δεν μπορούν να γεννήσουν υπεράσπιση φρενοπάθειας, ως έχει νομολογηθεί.
Στρεφόμενοι στο ζήτημα της επανένταξης στην κοινωνία των αθωωθέντων ελέω φρενοπάθειας αξίζει να αναφερθεί ότι ο σχετικός Ιρλανδικός Νόμος προνοεί την σύσταση review board με ευρείες εξουσίες. Ανάλογη επιτροπή εποπτείας εγκαθίδρσε και ο Περί Ψυχιατρικής Νοσηλείας Νόμος του 1997 (77(I)/1997). Με το άρθρο (13) (9) του Ιρλανδικού Νόμου δίδετο δικαίωμα στην Επιτροπή, μετά από αίτηση του κρατούμενου σε ψυχιατρικό κέντρο να ακούσει μαρτυρία του αρμόδιου για τον ασθενή ψυχιάτρου κατά πόσο θα πρέπει να παραμείνει ή όχι στο κέντρο, κάτι που δεν προβλέπεται στον οικείο νόμο. Η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει, παραμονή του στο ψυχιατρικό κέντρο, εγκλεισμό του σε άλλο εξειδικευμένο κέντρο, άνευ όρων απόλυση του, την απόλυση του με όρους και/ή την απόλυση αλλά συνέχεια υποχρεωτικής θεραπείας ως εξωτερικός ασθενής. Έτσι με βάση τις αρμοδιότητες της εν λόγω επιτροπής δίδεται αφενός η ευκαιρία στον ασθενή να απολαύσει την ελευθερία του έστω με όρους και αφετέρου διαφυλάσσεται η κοινωνία από ένα άτομο που ελλείψει αυτών των όρων και/ή θεραπείας θα απειλούσε έννομα αγαθά συνανθρώπων του.
Βέβαια ελλείψει δομών που να επιτρέπουν την εφαρμογή των όσων λέχθηκαν θα παραμένουμε στις ατέρμονες συζητήσεις σχετικά με την χρησιμότητα τους. Είναι άξιο αναφοράς ότι οι εξελιγμένες χώρες δεν περιορίζονται στην καταστολή των ψυχικά ασθενών, αλλά έχουν προβεί στην δημιουργία ειδικών ψυχιατρικών νοσοκομείων που επικεντρώνονται στην θεραπεία αυτών και στην διαχείριση των συμπτωμάτων τους.
Η διαχείριση τέτοιων ατόμων είναι εξόχως σημαντικό ζήτημα σε μια ευνομούμενη κοινωνία. Αυτό διαφαίνεται, παρά την αχρησία της υπεράσπισης της φρενοπάθειας, και από το πλήθος των υποθέσεων όπου ψυχικά ασθενή άτομα προβαίνουν σε αδικήματα. Από το 1989 το Ανώτατο Δικαστήριο στην υπόθεση Λεμής επεσήμανε ότι η μεταχείριση παραβατών με ψυχολογικά προβλήματα ή διαταραγμένη προσωπικότητα, πρέπει και στην Κύπρο να απασχολήσει τις αρχές προς το σκοπό διεύρυνσης των μέσων τα οποία παρέχονται στο Ποινικό Δικαστήριο για την τιμωρία και αναμόρφωση των παραβατών. Από τότε πολλά τραγικά εγκλήματα έλαβαν χώρα από άτομα αυτής της κατηγορίας. Σχετική ειδική νύξη για την αναμόρφωση παραβατών με ψυχικά προβλήματα ή διαταραγμένη προσωπικότητα έγινε και στην πολύ πρόσφατη Mufeed Abdo v Δημοκρατίας.
Δεν μπορούμε να διαφημίζουμε ίσες ευκαιρίες για κάθε άτομο και κάποια απλά να τα κρατάμε στην καταστολή. Αξίζουν και οι ψυχικά ασθενείς θεραπείας και επανένταξης ως ισότιμα μέλη της κοινωνίας μας και όχι εξουδετέρωσης και συνεχόμενων θητειών στο ένα και μόνο ψυχιατρικό κέντρο στην χώρα μας.